Μακ Κίνλεϊ

Μακ Κίνλεϊ
(McKinley). Οροσειρά (6.096 μ.) της Αλάσκας, στην οποία βρίσκεται η ψηλότερη κορυφή της Βόρειας Αμερικής. Η περιοχή έχει σχεδόν πολικό κλίμα και περιβάλλεται από απέραντους παγετώνες οι οποίοι κατατάσσονται ανάμεσα στους σημαντικότερους του κόσμου. Η οροσειρά ήταν γνωστή στους ιθαγενείς με την ονομασία Denali (= η ψηλή) και έλαβε τη σημερινή της ονομασία από τον Αμερικανό πρόεδρο Γουίλιαμ Μακ Κίνλεϊ (βλ. λ.) το 1896. Η πρώτη διείσδυση ανθρώπων στην περιοχή έγινε το 1910, όταν έφτασαν στη βόρεια κορυφή της μερικοί χρυσοθήρες. Η ψηλότερη κορυφή της χαρτογραφήθηκε στις 9 Ιουνίου 1913. Η οροσειρά της Αλάσκας Μακ Κίνλεϊ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Μακ Κίνλεϊ, Γουίλιαμ — (William MacKinley, Νάιλς, Οχάιο 1843 – Μπάφαλο 1901). Αμερικανός πολιτικός, 25ος πρόεδρος των ΗΠΑ (1897 1901). Πολέμησε ως εθελοντής στον εμφύλιο πόλεμο και στη συνέχεια σπούδασε νομικά. Το 1877 εξελέγη μέλος του Κογκρέσου ως αντιπρόσωπος του… …   Dictionary of Greek

  • Αλάσκα — (Alaska). Χερσόνησος της Bόρειας Αμερικής, που εκτείνεται προς τη βορειοανατολική Ασία, από την οποία τη χωρίζει ο πορθμός του Μπέρινγκ (ή Βερίγγειος). Μαζί με τις Αλεούτες νήσους αποτελεί πολιτεία (1.477.268 τ. χλμ., 634.892 κάτ. το 2001) των… …   Dictionary of Greek

  • αναρχία — Με τον όρο α. ή αναρχισμός εννοείται ένα σύνολο θεωριών, θέσεων, απόψεων, πρακτικών κλπ., που έχουν ως κοινό τους χαρακτηριστικό την πεποίθηση πως κάθε πολιτική εξουσία (κράτος, κυβέρνηση και νόμοι) είναι βλαβερή και περιττή (τόσο για το άτομο… …   Dictionary of Greek

  • Γουότερς, Μάντι — (Muddy Waters, 1915 – 1983). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του αφροαμερικανού συνθέτη, κιθαρίστα και τραγουδιστή Μακ Κίνλεϊ Μόργκανφιλντ (McKinley Morganfield). Ο Γ. θεωρείται ίσως ο σπουδαιότερος μουσικός μπλουζ του 20ού αι. Αναμόρφωσε την αποκαλούμενη …   Dictionary of Greek

  • Κλίβελαντ, Στίβεν Γκρόουβερ — (Stephen Grover Cleveland, 1837 – 1908). Αμερικανός νομικός και πολιτικός, πρόεδρος των ΗΠΑ (1885 89 και 1893 97). Διετέλεσε δικηγόρος, δήμαρχος της πόλης Μπάφαλο στην πολιτεία της Νέας Υόρκης και κυβερνήτης της ίδιας πολιτείας. Ανήκε στο… …   Dictionary of Greek

  • Μακίνλεϋ — Οροσειρά στην Αλάσκα των ΗΠΑ. Βλ. λ. Μακ Κίνλεϊ …   Dictionary of Greek

  • Μακίνλεϋ, Γουίλιαμ — Αμερικανός πολιτικός. Βλ. λ. Μακ Κίνλεϊ, Γουίλιαμ …   Dictionary of Greek

  • Χάνα, Μάρκος - Αλόντσο — (Hauna, 1837 1904). Αμερικανός πολιτικός και μεγαλοεπιχειρηματίας. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Κλίβελαντ και μετά ασχολήθηκε με εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις. Έγινε μάλιστα ιδιοκτήτης ολόκληρου στόλου πλοίων των λιμνών, τα οποία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”